Μια αγκαλιά καταφύγιο όλων

Ένας λευκός καμβάς, με μια βαριά πορφυρή πόρτα και υπέρθυρα από μάρμαρο που μοιάζουν να τον περιγράφουν. Μια επιβλητική παρουσία και μια ατέρμονη ομορφιά. Εκκωφαντικός ο θόρυβος της καμπάνας, διαπεραστικός ο ήχος, το κάλεσμα. Βελούδινο λες το άγγιγμα στον ουρανό, του τρούλου. Σήμα πίστης στην κορυφή, σύμβολο θυσίας, ταπεινότητας. Οι κολώνες να ανηφορίζουν, κατάλευκες, στιβαρές να στηρίζουν της κορφής τα τόξα, ολόγυρα, που κρατάν τη στέγη της. Ένας θόλος, θαρρείς και αγκαλιάζεται με τον ουρανό, μοιάζει να δεσπόζει στην αχανή εικόνα που απλώνεται, μιας πρώτης ματιάς. Κρύσταλλα που φαίνεται να χάνει ο ουρανός, σμιλευμένα σαν το μάρμαρο στα αγάλματα, βαλμένα πλάι το ένα στο άλλο, να γοητεύουν τον περίτεχνο ναό. Μορφές Αγίων ζωντανεύουν, το χέρι απλώνουν για μια συνάντηση με τον πιστό, μαζί για να ψάλλουν ύμνους και δοξασίες. Κι ο άμβωνας ορθώνεται, με την ξύλινη του όψη, επιβλητικός, να επιμένει μες στη λιτότητα μιας ανεπιτήδευτης ομορφιάς. Λουλούδια σκαλισμένο ολόγυρα, να αναδύουν το άρωμα τους. Και τα βιτρό, φαντάζουν μια κατάθεση ψυχής κερματισμένης, πολύχρωμα τα γυαλιά που τη πλάθουν. Στιγμές ζωής που πέρασαν και άφησαν πίσω τους πίκρες γλυκές, αρόδο της καρδιάς στάθηκαν οι επιλογές, στο λιμάνι του μυαλού έδεσαν. Διάχυτο το φως μέσα από τα χρωματιστά γυαλιά λούζει το εκκλησίασμα, σαν ευλογία απλώνεται ανάμεσά τους, o Θεός ίσως.

Μια μελωδία ηχηρή πλημμυρίζει την εικόνα, το αρμόνιο είναι, ρίγος προκαλεί. Οι φλόγες από τα κεριά τρεμοπαίζουν. Κάποτε θα σβήσουν, θα φτάσει η σειρά τους να λιώσουν, να χαθούν, σαν εκείνες τις ακατέργαστες ψυχές που γράφτηκε το τέλος τους απότομα και ταξίδεψαν κοντά στα όνειρά τους. Η λάμψη τους σκεπάζει το μαρμάρινο μεγαλείο ενός τοπίου αρμονικού και μια νεκρική σιγή το κατακλύζει. Μια εκκωφαντική ησυχία και μια σιωπή δυνατή. Κενό. Βουβός λόγος, άδηλος, που καθένας ερμηνεύει διαφορετικά. Κρύο πνεύμα φρονείς πως είναι, μα η θαλπωρή της σιγαλιάς, χαϊδεύει την ψυχή. Μια γαλήνια ατμόσφαιρα σχεδιάζει τον καμβά, θεμέλιο η ηρεμία, στον οίκο του Θεού. Δέος φέρνουν οι εικόνες, κατάνυξη. Γαλήνη στο είναι προξενούν, αίσθημα πρωτόγνωρο, ανείπωτο. Άδειες οι λέξεις, ανίκανες να περιγράψουν. Αγγελιοφόροι γίνονται οι αμαρτωλοί Απόστολοι που ακολούθησαν τον Κύριο με την καθάρια τους ψυχή να μεταφέρουν το μήνυμα της συγχώρησης, της αγάπης. Και η ανιδιοτελής προσφορά, αρωγός αυτής. Σαν το αίσθημα του ανθρώπου, όταν αφήνει τις αμαρτίες του και υιοθετεί μίαν άλλη, αγνή πτυχή του εαυτού του, αποκτά ρόλο η ζωή του, καθαγιάζει την ψυχή του. Καταφέρνει να χτίσει ήθος και χαρακτήρα, να γνωρίσει έναν ακόμα τρόπο ζωής, που οικείος δείχνει. Με οικογένεια μοιάζει και πράγματι είναι, μια αλλιώτικη, μίαν αλλότροπη, αυτή που δέχεται όποιον την έχει ανάγκη και υπομένει τις αμαρτίες, εκεί που όταν αποζητάτε συγχώρεση ο Κύριος δε διστάζει.

Ρόζα Μπάιμπα
Μαθήτρια της Α’ τάξης του 6ου ΓΕΛ Νέας Σμύρνης